14.

«Γελάδες και νομάδες,
μαμάδες και χουρμάδες,
κιμάδες και παπάδες
θα τρώω για βδομάδες
ώσπου να βαρεθώ».
Θα είχε ίσως νόημα
όλο και περισσότερο
να διαγράφω κύκλους στο άπειρο.
Με κυνηγάει εδώ και χρόνια
η ιδέα πως κρατάω έναν αρχαίο
πάπυρο στο άπειρο επ’ άπειρον.
Είναι σκοτεινά.
Και κρύα.
Το χέρι μου λυγίζει.
Κι ο πάπυρος πετά.
Αλλά και οι χουρμάδες,
με ή χωρίς μαμάδες,
είναι μια σκέψη εκπληκτικά
γοητευτική.
Τους γεμίζω μέλι.
Τους ψήνω στους εκατό βαθμούς.
Κι ύστερα τους απολύω στο κενό.
Παρακολουθώντας
πώς το χρώμα τους παντρεύει
μια εικόνα θλίψης
με ένα γέλιο σκοτεινό.
Κι εγώ αυτοσαρκάζομαι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: